30 Απρ 2017

Η Αντιγόνη στο κελί του Μαντέλα, του Θ. Πάγκαλου

Ολες οι ελληνικές τραγωδίες έχουν σημαδέψει την ιστορία των τεχνών και των θεσμών. Είναι βάθρο όχι απλώς του σύγχρονου δυτικού θεάτρου, αλλά της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας. Αυτής που σήμερα κυριαρχεί στην υφήλιο ως πρότυπο για τα προτερήματά της, παράδειγμα προς αποφυγήν για τα ελαττώματά της. Εχει εχθρούς και φίλους. Ανθρωποι αγωνίζονται, με τα όπλα στο χέρι, εναντίον αυτής της κοινωνίας, που στηρίζεται στα ατομικά δικαιώματα, και άλλοι αφιερώνουν τη ζωή τους στο χτίσιμό της και στην καθιέρωσή της.
Ανάμεσα στις τραγωδίες που διδάσκουν δημοκρατικό ήθος, περίοπτη θέση έχει η «Αντιγόνη» του Σοφοκλέους. Η «Αντιγόνη» είναι αναμφισβήτητα το κήρυγμα μιας βασικής αρχής του κράτους δικαίου ότι η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν λειτουργεί υπέρ της πλειοψηφίας και της επικρατούσας ιδεολογίας, αλλά υπέρ των μειοψηφιών και της διαφορετικότητας. Οι πλειοψηφίες στις δημοκρατίες έχουν την εξουσία και μπορούν να νομοθετούν κατά βούλησιν. Από αυτή τη δύναμη της πλειοψηφίας πρέπει να προστατευθούν οι αδύνατοι, οι περιθωριακοί, οι ιδιόμορφοι, στο μέτρο του δυνατού.
Η «Αντιγόνη» έχει διασταυρωθεί με τη ζωή μου τρεις φορές, με έντονο τρόπο. Στους πύργους Ωνάση της Νέας Υόρκης, όχι μακριά από το τέλος της 5ης Λεωφόρου, δίπλα στον πύργο Τραμπ, που έγινε τελευταία πολύ επίκαιρος, υπάρχει ένα υπέροχο αίθριο. Εκεί, σχεδόν πάντα, έχει μια ελληνικού ενδιαφέροντος έκθεση εικαστικών τεχνών και πολύ συχνά γίνονται, σχετικές με την έκθεση ή άσχετες, εκδηλώσεις, ομιλίες και παραστάσεις. Η είσοδος είναι ελεύθερη για το κοινό και όταν δεν υπάρχει άλλου είδους εκδήλωση, εμφανίζεται ένας συμπαθέστατος πιανίστας, που συνοδεύει το μεσημέρι όσους βρίσκουν κάθισμα για να καταναλώσουν το πρόχειρο γεύμα τους που παρέχεται σε εξαιρετικές ποιότητες και σε εντελώς προσιτές τιμές. Τον χώρο οργανώνει και κατευθύνει το Ιδρυμα Ωνάση με την προσωπική εποπτεία του κυρίου Αντώνη Παπαδημητρίου και των συνεργατών του.
Εκεί ανέβηκε το δρώμενο «Αντιγόνη στο Φέργκιουσον». Τραγουδούσαν αστυνομικοί και πολίτες από το Μιζούρι κομμάτια γκόσπελ μουσικής υπό τη διεύθυνση του αστυνομικού Φιλ Ουίντμορ. Υπό τον γενικό τίτλο «Antigone Now» διδάσκεται ο ηθικός προβληματισμός του Σοφοκλή σε σύγχρονους ανθρώπους. Ιδιαίτερα εξετάζεται η σχέση της συνείδησης του πολίτη με τη βία της εξουσίας και τα φυλετικά προβλήματα.

Παράσταση κρατουμένων

Σε μια παλαιότερη ευκαιρία είχα ταξιδέψει το 1999 στη Νότιο Αφρική. Επρεπε να κλείσω τους λογαριασμούς μιας πολύ επιτυχημένης παρέμβασης της Ελλάδας, μέσα στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής τεχνικής βοήθειας, για τη δημιουργία της πολυφυλετικής Νοτίου Αφρικής. Η Ελλάδα είχε διεκπεραιώσει τότε, και το λέω με πολλή υπερηφάνεια, ένα καθήκον που πολλές μεγάλες και πεπειραμένες χώρες-μέλη είχαν απομακρύνει σαν πικρό ποτήρι: να συγχωνεύσει δηλαδή τη ρατσιστική αστυνομία του επίσημου κράτους, που απετελείτο από πάνοπλους και τεράστιους στο ύψος και γενικά στο μέγεθος Mπόερς αστυνομικούς, με τα υποσιτισμένα παιδιά των παραγκουπόλεων, που, φορώντας κουρέλια και κρατώντας στο χέρι οπλισμό ποικίλης φύσεως, είχαν βγει από την παρανομία και κρατούσαν την τάξη στις παραγκουπόλεις. Καταφέραμε τότε, και οφείλω να αναφέρω την προσφορά μερικών εκατοντάδων αγγλομαθών αξιωματικών και υπαξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, να γίνει επιτυχημένα και ειρηνικά η μετάβαση αυτή, χωρίς να ανοίξει κυριολεκτικά μύτη.
Οταν βρέθηκα στην Πραιτώρια, ζήτησα να δω τον ήδη πρόεδρο Νέλσον Μαντέλα. Τον γνώριζα ήδη καλά. Τον είχα επανειλημμένα συναντήσει και είχα τη μεγάλη τιμή να είμαι παρών στο γεύμα του με τον ρατσιστή πρόεδρο του παλαιού καθεστώτος Ντε Κλερκ, όπου αποφασίστηκαν οι τελευταίες λεπτομέρειες της μεταβίβασης των εξουσιών. Είχα λόγους να πιστεύω ότι με αντιμετώπιζε με συμπάθεια και ευγνωμοσύνη. Εξάλλου νομικός του σύμβουλος, με μεγάλο ρόλο στο κόμμα του, ήταν ο Γιώργος Μπέζος, Ελλην μετανάστης, δικηγόρος διαπρεπής και μεγάλη πολιτική φυσιογνωμία της Νοτίου Αφρικής. Δυστυχώς, ο Μπίζος μου είπε ότι ο Μαντέλα είχε φύγει μερικές ώρες πριν για το Κέιπ Τάουν, όπου ήθελε να ξεκουραστεί και να αποφασίσει για το μέλλον του.
Είχα τους λόγους μου που ήθελα να τον συναντήσω. Δεχόμουν εδώ και μερικές μέρες την αφόρητη πίεση ορισμένων κύκλων, οι οποίοι, αδιαφορώντας για τις συνέπειες που θα είχε αυτό στη σταθερότητα της περιοχής, ήθελαν να μου πασάρουν τον φυγάδα Οτσαλάν, που όλοι τον πετούσαν ο ένας στον άλλον σαν ένα καυτό κάστανο.
Τελικά, ο Μπίζος μου εξασφάλισε ένα ραντεβού μισής ώρας, υπό τον όρο ότι θα πήγαινα στο Κέιπ Τάουν. Πέταξα από την Πραιτώρια 2,5 ώρες και βρέθηκα απέναντι στον Μπουάνα, ο οποίος είχε εξαιρετικά κέφια. Μόλις μπήκα στο γραφείο του, ζήτησε από τη γραμματέα του να φέρει ένα βιβλίο πολυδιαβασμένο, που είχε στην προσωπική του βιβλιοθήκη, και μου διηγήθηκε ότι αυτό ήταν η «Αντιγόνη» του Σοφοκλέους, που του είχε στείλει, όταν ήταν έγκλειστος στο κάτεργο του νησιού Ρόμπεν, ο Γ. Μπίζος.
Συγκρότησε τότε θίασο και ανέβασαν την «Αντιγόνη». Επειδή οι φυλακές ήταν αυστηρά ανδρικές, την Αντιγόνη έπαιζε ο ίδιος ο Μαντέλα. Εγινε σάλος. Οι κρατούμενοι με δάκρυα στα μάτια χειροκροτούσαν το μήνυμα της Αντιγόνης και ζητούσαν να παιχτεί το έργο ξανά και ξανά. Στη 10η παράσταση, ειδοποιημένος απ’ τους φύλακες, εμφανίστηκε ο διευθυντής των φυλακών, ο οποίος ήθελε να ακούσει τι τέλος πάντων παίζουν αυτοί οι αγράμματοι αραπάδες, που τους κάνει να κλαίνε και να ζητωκραυγάζουν. Οι Μπόερς έπιασαν το μήνυμα της τραγωδίας, κατέσχεσαν το βιβλίο και έκλεισαν την Αντιγόνη (Μαντέλα) στην απομόνωση.
Οταν τελείωσε την αφήγησή του ο θρυλικός αυτός ηγέτης, με κοίταξε για λίγο και είπε πολύ ευγενικά: «Με συγχωρείτε, εξοχότατε υπουργέ. Παρασύρομαι κάθε φορά που θυμάμαι αυτές τις μέρες. Δεν ήρθατε ασφαλώς ώς το Κέιπ Τάουν για να ακούσετε αυτήν την ιστορία, όσο και να σας αρέσει ο Σοφοκλής». Ηταν τότε 7 Φεβρουαρίου του 1999. Η πραγματική αιτία του ταξιδιού μου ήταν να βρω ένα καταφύγιο κατάλληλο για τον Οτσαλάν και να τον στείλω εκεί για να απαλλαγεί η Ελλάδα από τους τουρκικούς εκβιασμούς και απειλές. Οταν άκουσε τα επιχειρήματά μου, ο Μαντέλα χαμογέλασε και ρώτησε τη γραμματέα του, μια πολύ όμορφη νεαρά Ινδή: «Τι λες εσύ, να τον φιλοξενήσουμε;» και αυτή απάντησε: «He is a freedom fighter. Whatever he might be, he deserves a shelter» (Είναι αγωνιστής. Ο,τι και να έχει κάνει, δικαιούται ένα καταφύγιο).

Η «αιώνια μνηστή»

Ο Μ. Καραγάτσης έχει γράψει, ανάμεσα στα άλλα αριστουργήματά του, ένα βιβλίο που περιγράφει τον Ελληνα ήρωα, ο οποίος έχασε τη ζωή του πολεμώντας μέχρι την τελευταία στιγμή πάνω στο υποβρύχιο «Κατσώνης», Βασίλη Λάσκο. Ο Λάσκος ήταν πλασμένος από τη φύση για να γίνει ένα μυθικό πρόσωπο. Ο πατέρας του, μεγαλοκτηματίας, πουλούσε λάδι στην κεντρική αγορά των Αθηνών. Ο γίγαντας Βασίλης, όμως, ήθελε να γίνει θαλασσινός. Διάλεξε από τα πλοία που υπήρχαν τότε το πιο τυχοδιωκτικό, το πιο αυτόνομο, το πιο πειρατικό στην κυριολεξία, το υποβρύχιο.
Ο Βασίλης Λάσκος είχε γεννηθεί σε μια οικογένεια συντηρητική, όπως ήταν τότε όλοι οι εύποροι χωρικοί της Αττικής και των Μεσογείων. Ανακάλυψε, όμως, και γοητεύτηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Βρέθηκε το ’26 στο πλευρό τού τότε ακραίου βενιζελικού και φανατικού εχθρού της δυναστείας, συμπολίτη του, στρατηγού Θεόδωρου Πάγκαλου. Τον συνόδευσε μέχρι το τέλος ως υπασπιστής του και φαίνεται ότι επηρέασε την απόφαση της κυβέρνησης να παραγγείλει έξι σύγχρονα υποβρύχια, που δόξασαν τη χώρα αργότερα στον ελληνοϊταλικό πόλεμο.
Μεγάλος καπετάνιος και άριστος διοικητής, ο Λάσκος βρήκε πολλές ευκαιρίες να διαπρέψει, μέχρι που τον απέταξαν από το Ναυτικό μετά την ατυχή έκβαση του πραξικοπήματος του 1935.
Ο Λάσκος είχε παράλληλα, σε ύψιστο βαθμό, τις συνήθειες ενός «άνδρα» της εποχής του. Χαρτοπαίκτης, πότης και ιδιαίτερα εθισμένος στην πορνική συναναστροφή γυναικών, ήταν αυτό που λένε «κακό παιδί». Ετσι τον ξέραν τουλάχιστον στην καλή κοινωνία των Αθηνών, στον Πειραιά και στα άλλα λιμάνια της Μεσογείου, όπου τον έφερνε η σταδιοδρομία του.
Οι Αρβανίτες είχαν τη συνήθεια να βαφτίζουν τα δύο έως τέσσερα πρώτα τους παιδιά με τα ονόματα των παππούδων και των γιαγιάδων. Οταν όμως τα παιδιά ήταν, όπως συχνά συνέβαινε εκείνη την εποχή, περισσότερα, έψαχναν να βρουν ονόματα στην αρχαία Ελλάδα. Ετσι και η οικογένεια Μητρομελέτη, που ζούσε λίγο πιο κάτω από τους Λασκαίους στον κεντρικό δρόμο της Ελευσίνας. Εκαναν δύο κορίτσια και τα βάφτισαν Αντιγόνη και Ισμήνη. Τα δύο ονόματα των πρωταγωνιστριών της τραγωδίας του Σοφοκλή. Η Ισμήνη ήταν μια κομψή και χαριτωμένη κοπέλα, που παντρεύτηκε έναν εύπορο άνδρα από την Αθήνα και έζησε ευτυχισμένα μαζί του. Η Αντιγόνη (Αλκμήνη Κωστογιώργη στο βιβλίο του Καραγάτση) γεννήθηκε δωδεκάμισι χρόνια μετά τον Λάσκο.
Ο Βασίλης την είχε δει νεογέννητο, όπως όλη η γειτονιά, και την ξανασυνάντησε όταν είχε γίνει 20, δηλαδή μια νεαρή γυναίκα. Το ενδιαφέρον του ενός για τον άλλον ήταν αστραπιαίο και κορυφώθηκε με την πάροδο των χρόνων. Η Αντιγόνη απέρριπτε το ένα μετά το άλλο συνοικέσια με λαμπρούς γαμπρούς που της έκαναν, αλλά δεν τολμούσε να ομολογήσει τον έρωτά της για το γειτονόπουλο. Ο Βασίλης, πάλι, είχε αλλάξει ριζικά ζωή, είχε εγκαταλείψει το χαρτί, το αλκοόλ και τα μπορντέλα και περνούσε όλο και περισσότερο χρόνο στην Ελευσίνα.
Δυστυχώς στον γάμο τους ορθωνόταν εμπόδιο μεγάλο η μητέρα του Λάσκου, η κυρά Μαριγώ, που θεωρούσε ότι οι απελευθερωμένες γυναίκες ήταν οπωσδήποτε χαλαρών ηθών. Κάτι λοιπόν η μητέρα, κάτι η ψυχολογική κρίση που περνούσε ο Λάσκος μετά την απόταξή του, χώρισαν και χρειάστηκε ο μεγάλος πόλεμος για να τους φέρει πάλι κοντά, όταν έφυγε ο κυβερνήτης του «Κατσώνη» για το μέτωπο της Μέσης Ανατολής. Η Αντιγόνη της Ελευσίνας δεν έθαψε ποτέ τον νεκρό της, «…τα κόκκαλά του είναι μπλεγμένα στα φύκια του βυθού, ανάμεσα Πήλιο και Σκιάθο. Και τα μοιρολογούν, τις αφέγγαρες νύχτες, οι φώκιες που έχουν τα λημέρια τους στις θαλασσινές σπηλιές εκείνης της ακρογιαλιάς».
Επειδή δεν μπορούσε να τον θάψει τον δικό της νεκρό, η Αντιγόνη Μητρομελέτη έγινε κοσμοκαλόγρια. Εκοψε τα μαλλιά της κοντά σαν αντρικά, φορούσε πάντα πολύ απλά και πάμφθηνα ρούχα, ίσια παπούτσια και δεν βαφόταν ποτέ. Διαθέτοντας κάποια οικονομική άνεση, ξόδευε όλο τον χρόνο της σε δραστηριότητες κοινωφελείς. Ενα μεγάλο μέρος της ζωής της το είχε αφιερώσει στον πρωτοπρεσβύτερο της Ελευσίνας Γεώργιο Πυρουνάκη. Οργάνωνε συσσίτια, παιδικές κατασκηνώσεις για τα παιδιά των εργατών, μαθήματα για τους αναλφάβητους, κύκλους για τα δικαιώματα των γυναικών. Οταν πέθανε, σε προχωρημένη ηλικία, η Ελευσίνα τής απέδωσε μεγάλη τιμή και δόξα. Ηταν η «αιώνια μνηστή», το παράδειγμα της πίστης σε αρχές, αισθήματα και ιδέες, που η μοίρα της την έφερε να διασταυρωθεί με έναν κομήτη. Θα μπορούσε να έχει καεί. Δεν διεκδίκησε ποτέ την ισότητα με τους όρους των σημερινών στρατευμένων γυναικών. Οπως εκείνη η αρχαία Αντιγόνη, είχε κατακτήσει μόνη της την ισότητα και τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Διάβασα πως κάποιος ή κάποιοι σκοπεύουν τα επόμενα χρόνια να αφαιρέσουν τελείως τη διδαχή της «Αντιγόνης» του Σοφοκλέους από την ύλη των λυκείων. Οπως οι Αφροαμερικανοί απ’ το Μιζούρι, ο Νέλσον Μαντέλα και η Αντιγόνη Μητρομελέτη, σας προτείνω να υπερασπιστούμε την κληρονομιά μας απέναντι στο μίσος και στη μανία των σύγχρονων βαρβάρων: «Εκάς οι βέβηλοι».

* Ο κ. Θεόδωρος Πάγκαλος είναι πρώην υπουργός.

εφημ. «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» 5/2/2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου